Ο θρήνος είναι μια φυσιολογική αντίδραση στο πένθος και την απώλεια. Είναι ο συναισθηματικός πόνος αποχωρισμού που νιώθει το άτομο όταν χαθεί κάποιον ή κάτι αγαπημένο. Όσο πιο υποκειμενικά σημαντική είναι η απώλεια, τόσο πιο έντονος είναι ο θρήνος. Τα δύσκολα και απρόσμενα συναισθήματα από το σοκ, όπως ο θυμός, η δυσπιστία, οι ενοχές και η βαθιά θλίψη, ενδέχεται να επιβαρύνουν την ψυχική και σωματική υγεία. Συχνά, η ένταση είναι εξουθενωτική και το άτομο ίσως να χρειάζεται ψυχοθεραπευτική ή/και συμβουλευτική υποστήριξη για τη διαχείριση τους.
HIV (Human Immunodeficiency Virus) ονομάζεται ο Ιός Ανοσοεπάρκειας του Ανθρώπου, ο οποίος υπό συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να προκαλέσει το Σύνδρομο της Επίκτητης Ανοσολογικής Επάρκειας (Acquired Immune Deficiency Syndrome – AIDS). HIV και AIDS είναι, λοιπόν, διαφορετικοί όροι και αναφέρονται σε διαφορετικά πράγματα. Ο HIV γενικά δρα καταστρέφοντας κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, τα CD4 και τα Τ-λεμφοκύτταρα, τα οποία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προστασία του οργανισμού από λοιμώξεις και νοσήματα. Αυτό μακροπρόθεσμα, όταν δεν λαμβάνεται η αντιρετροϊκή αγωγή, μπορεί να οδηγήσει στην ιατρική κατάσταση που ονομάζεται AIDS και αναφέρεται σε πλήρη εξουθένωση του ανοσοποιητικού συστήματος, σε βαθμό πλέον που το άτομο αδυνατεί να αντιμετωπίσει κάποια λοίμωξη, κάτι που ενδέχεται να οδηγήσει και σε θάνατο. U=U: Undetectable=Untransmittable, που σημαίνει μη ανιχνεύσιμο άρα και μη μεταδοτικό.Την τελευταία δεκαετία, με επιστημονική τεκμηρίωση που αλλάζει όλα όσα γνωρίζαμε για τον HIV και τους τρόπους μετάδοσης του ιού, αποδεικνύεται πλέον ότι ένα άτομο που ζει με HIV, λαμβάνει αντιρετροϊκή θεραπεία και έχει επιτύχει μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο στο αίμα του για τουλάχιστον 6 μήνες, δεν μπορεί πρακτικά να μεταδώσει τον ιό σε κάποιον ερωτικό σύντροφο, ακόμη και με σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλάξεις.
Μετά τη διάγνωση είναι φυσιολογικό και συνηθισμένο το άτομο να νιώσει φόβο, ανησυχία, ενοχή, ντροπή, θυμό και στεναχώρια. Κάποια άτομα αισθάνονται μούδιασμα και άλλα ανακούφιση που τουλάχιστον ανακάλυψαν από τι έπασχαν. Στην αρχή της διάγνωσης, το πιθανότερο είναι να φαίνεται ανυπόφορο και να μην μπορεί το άτομο να συνεχίσει την καθημερινότητά του με την ίδια λειτουργικότητα, καθώς η ψυχική του υγεία επιβαρύνεται σημαντικά. Τα αρνητικά συναισθήματα και το σοκ είναι απολύτως φυσιολογικά και αν το άτομο αισθάνεται ανάγκη υποστήριξης, η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει στο να κατανοήσει, να αποδεχθεί και να συμπονέσει τον εαυτό του, έτσι ώστε σταδιακά να συμφιλιωθεί με τον ιό και ,δυστυχώς, το στίγμα που υπάρχει κοινωνικά. Οποιαδήποτε ασθένεια άλλωστε και η έναρξη μόνιμης αγωγής, είναι μια πυρηνική αλλαγή ζωής και αξιών που μπορεί να προκαλέσει άγχος, συναισθηματική δυσφορία, ψυχοσωματικές ενοχλήσεις ακόμα και επανεξέταση και αναθεώρηση των συναισθημάτων και των απόψεων για τη ζωή. Η ψυχοθεραπεία λοιπόν απευθύνεται και στα περισσότερα οροθετικά άτομα που ενδέχεται να διαπιστώσουν ότι η ψυχική τους ευεξία επηρεάζεται από την HIV οροθετικότητα, ανεξάρτητα από το πόσο καλή ήταν η αντίδρασή τους στην αρχική διάγνωση. Ένα ασφαλές περιβάλλον ενσυναισθητικής θεραπείας με αποδοχή, αυθεντικότητα και κατανόηση των θεμάτων που σχετίζονται με τη σεξουαλική υγεία και τον HIV έχει στόχο τη μείωση του στίγματος, την ψυχική και κοινωνική εκπαίδευση του ατόμου στη νέα πραγματικότητά του, προκειμένου να ενδυναμωθεί και να αναλάβει ξανά την ατομική ευθύνη και τον έλεγχο της σωματικής και συναισθηματικής του υγείας.
Οποιοσδήποτε μπορεί να εργάζεται προσοδοφόρα και αποτελεσματικά, ωστόσο ενδέχεται αυτό να συμβαίνει σε ένα περιβάλλον με καθήκοντα, ευθύνες και συνθήκες, μέσα στο οποίο νιώθει δυσφορία, στρες, μαζί με ένα αίσθημα ανικανοποίητου. Οι συνθήκες αυτές συνήθως δημιουργούν μια αίσθηση σαν να μην ανήκει εκεί, παρόλο που το άτομο μπορεί να νιώθει επάρκεια στη διεκπεραίωση των απαραίτητων καθηκόντων. Για τους λόγους αυτούς, και για πολλούς άλλους όπως η συνήθεια και οι παγιωμένες ή/και διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις, το άτομο νιώθει μπερδεμένο και εγκλωβισμένο εξαιτίας της οικειότητας που δημιουργεί αυτή η συνήθεια. Βαθιά μέσα του επιζητά την αλλαγή στην οποία η συμβουλευτική καριέρας και προσανατολισμού με εξειδικευμένα εργαλεία μπορεί να το ενδυναμώσει έτσι ώστε να αναγνωρίσει και να ανιχνεύσει τις δεξιότητες, τα ενδιαφέροντα, την κλίση του, με άλλα λόγια, τα αυθεντικά κίνητρα του. Σε παρόμοιο πλαίσιο, υπάρχουν άνθρωποι που έχουν μείνει εκτός εργασίας και επιθυμούν ή έχουν άμεση ανάγκη υποστήριξης ως προς το πώς να επανενταχθούν (βιογραφικό, δικτύωση, αναζήτηση) στον ίδιο ή παραπλήσιο κλάδο, διαμορφώνοντας και εξελίσσοντας τις δεξιότητές τους. Η υποστήριξη και συμβουλευτική παρέχουν τον συνοδοιπόρο στην εκπόνηση ενός σχεδίου αλλαγής και κι ενός πλάνου ασφαλούς μετακίνησης ή/και επανένταξής τους στην αγορά εργασίας.
Το στρες που βιώνουν οι μειονότητες και οι στιγματισμένες ομάδες (ΛΟΑΤΚΙ, πρόσφυγες, ευάλωτα πρόσωπα) επιζητά την ατομική ανάπτυξη μιας επαρκούς ψυχικής ανθεκτικότητας, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες, οι οποίες μπορεί να βλάψουν σημαντικά, και συχνά θανάσιμα, τον άνθρωπο που έχει χάσει το ασφαλές συναίσθημα του ανήκειν.
Αφορά θεραπευτικές και συμβουλευτικές προσεγγίσεις που ορίζονται ως η ελάχιστη παρέμβαση χρονικά και σε αριθμό συνεδριών η οποία συμφωνείται αμοιβαία ανάμεσα στον σύμβουλο/ψυχοθεραπευτή και τον συμβουλευόμενο/θεραπευόμενο. Η κάθε προσέγγιση επιλέγεται αμοιβαία ανάλογα με το άτομο και τις ανάγκες του, και αποσκοπεί στην ενεργοποιήση της διασύνδεσης του με τις αξίες, τις δυνάμεις και τους πόρους του στο εδώ και τώρα, με τέτοιον τρόπο ώστε να το ενδυναμώσει σε όρους αυτογνωσίας και να αντιμετωπίσει τρέχουσες αγκυλώσεις και δυσκολίες προκείμένου να επιλέξει το επιθυμητό μονοπάτι του.
Η σεξουαλική επαφή είναι απόλαυση και θα πρέπει να παραμένει έτσι στη ζωή όλων. Στο πλαίσιο αυτό, ο θεραπευτής με τον θεραπευόμενο διερευνούν τη μοναδικότητα κάθε προσώπου στο πώς μπορεί να βιώνει μια κατάσταση σωματικής, συναισθηματικής, πνευματικής και κοινωνικής ευεξίας σε σχέση με τη σεξουαλικότητα, χωρίς απαραίτητα να συνοδεύεται από ασθένεια, δυσλειτουργία ή αναπηρία. Η υγεία στη σεξουαλική ζωή περιλαμβάνει τη σεξουαλικά οργανική υγεία ή/και την αποδοχή και κατανόηση των αναγκών του προσώπου με απαραίτητη προϋπόθεση ότι η σεξουαλική επαφή και επιθυμία είναι προϊόν κοινής συναίνεσης και αμοιβαίου σεβασμού με τον/την/τους συντρόφους τους.